Συμπεριληπτική Εκπαίδευση: Όραμα ή εφικτή Πραγματικότητα;

Στην επικυρωμένη από την Ελληνική Πολιτεία Διεθνή Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία υιοθετείται το κοινωνικό μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας, σύμφωνα με το οποίο η αναπηρία είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ατόμων που διακρίνονται από δυσλειτουργίες και των κοινωνικών και φυσικών φραγμών – εμποδίων, αλληλεπίδραση που έχει ως αποτέλεσμα τα άτομα με αναπηρία να αποκλείονται ή να παρεμποδίζονται στην συμμετοχή τους στην κανονική ζωή (εργασία, εκπαίδευση, υγεία, πολιτισμός) της κοινότητας σε ισότιμη βάση με τους άλλους.
Απόρροια του κοινωνικού μοντέλου προσέγγισης της αναπηρίας αποτελεί το εκπαιδευτικό μοντέλο, το οποίο θέτει ως προτεραιότητα την εφαρμογή των αρχών της συμπεριληπτικής- ενταξιακής εκπαίδευσης με τη δημιουργία «Ενός Σχολείου για όλους»! Με την έννοια της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης εννοούμε την αναδιαμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος με στόχο τη συνεκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες με τους τυπικής ανάπτυξης συμμαθητές τους στο πλαίσιο γενικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και την παράλληλη εφαρμογή εκπαιδευτικών παρεμβάσεων με σκοπό την συστηματικής ενίσχυση και υποστήριξη των πρώτων. Η ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση και η άρση του εκπαιδευτικού αποκλεισμού συνιστούν τις δυο βασικές φιλοσοφικές αρχές του παιδαγωγικού κινήματος της Συμπεριληπτικής Εκπαίδευσης.
Ωστόσο, η πρακτική υλοποίηση της ενταξιακής- συμπεριληπτικής εκπαίδευσης στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα απέχει παρασάγγας από τις θεωρητικές αποδοχές και η διαμόρφωση μιας ενιαίας και ποιοτικής εκπαίδευσης για όλους δεν ανταποκρίνεται στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα .
Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο για την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση (Νόμος 3699/2008) οι μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δύναται να φοιτούν α) τυπική τάξη γενικού σχολείου με παροχή εκπαιδευτικής- παιδαγωγικής υποστήριξης από τον εκπαιδευτικό της τάξης για τους μαθητές με ήπιες μαθησιακές δυσκολίες β) σε τυπική τάξη γενικού σχολείου με παροχή συντονισμένης και συνδυασμένης υποστήριξης από εκπαιδευτικό γενικής και ειδικής αγωγής (συνεκπαίδευση) εντός του θεσμού της Παράλληλης Στήριξης, για τους μαθητές με μέτριες δυσκολίες και γ) σε ειδικά οργανωμένα και κατάλληλα στελεχωμένα Τμήματα Ένταξης που λειτουργούν μέσα στα σχολεία γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης με παρακολούθηση ενός κοινού αλλά και ενός εξειδικευμένου εξατομικευμένου ή ομαδικού προγράμματος, για τους μαθητές με σοβαρές δυσκολίεςδ) σε Ειδικά σχολεία
Οι θεσμοί της Παράλληλης Στήριξης και των Τμημάτων Ένταξης αποτελούν το μοναδικό εκπαιδευτικό μοντέλο σχολικής ένταξης στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα, ωστόσο η λειτουργία τους με συμπτώματα οδηγεί στην πράξη αφενός, στο διαχωρισμό των μαθητών μέσα στο γενικό σχολείο, αφετέρου, στον εξοστρακισμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες από τις γενικές τάξεις.

Ποιες είναι όμως οι προϋποθέσεις για την επίτευξη της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης;

Βασική και θεμελιώδης προϋπόθεση της υλοποίησης της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης είναι η άρση του δυαδικού χαρακτήρα της ελληνικής εκπαίδευσης, η οποία διακρίνεται σε γενική και ειδική και η ουσιαστική συνεκπαίδευση όλων των μαθητών σε ένα «Ενιαίο Σχολείο για όλους», σε ένα αναμορφωμένο και δημοκρατικό σχολείο που κατοχυρώνει  ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες.
Η μετάβαση στο ενταξιακό σχολείο προϋποθέτει την υλοποίηση του αρχιτεκτονικού καθολικού σχεδιασμού σε όλους τους χώρους των σχολικών κτηρίων, ώστε να επιτυγχάνεται η ασφαλής και ελεύθερη πρόσβαση και μετακίνηση των ατόμων με αναπηρία∙ Επιπλέον, υψηλής σημασίας κρίνεται η δομική αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων με τέτοιο τρόπο ώστε η στοχοθεσία και οι προτεινόμενες δραστηριότητες να ανταποκρίνονται στις εκπαιδευτικές ανάγκες όλων των μαθητών συμπεριλαμβανομένων και των μαθητών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες∙ ουσιαστικά το ζητούμενο είναι ανοιχτά ευέλικτα και ελαστικά αναλυτικά προγράμματα συνεκπαίδευσης.
Εκτός από αυτά, απαραίτητη θεωρείται και η αξιοποίηση από πλευράς των εκπαιδευτικών σύγχρονων μεθόδων διδασκαλίας όπως η βιωματική μάθηση, η μάθηση μέσω υλικών, η μάθηση σε άτυπα περιβάλλοντα πέραν του στατικού περιβάλλοντος της σχολικής τάξης, η ερευνητική κατάκτηση της γνώσης, η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία. Ακόμα, ιδιαίτερης σημασίας κρίνεται τόσο η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στην εκπόνηση κατάλληλα σχεδιασμένου και προσβάσιμου σε άτομα με αναπηρία εκπαιδευτικού υλικού όσο και η οργάνωση των σχολείων με βάση τις σύγχρονες τεχνολογικές προδιαγραφές (ψηφιακοί πίνακες, βοηθητική τεχνολογία, λογισμικά)
Σε σημαντικούς παράγοντες ανάγονται επίσης, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις μεθόδους και τις τεχνικές της ενταξιακής εκπαίδευσης, η πραγμάτωση μιας ουσιαστικής και αποτελεσματικής διεπιστημονικής συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών και του ειδικού επιστημονικού προσωπικού (λογοθεραπευτής, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, εργοθεραπευτής) αλλά και η γονεϊκή εμπλοκή και συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία με απώτερο σκοπό την μεγιστοποίηση του οφέλους για τα άτομα με αναπηρία.Τέλος, εξαιρετικής σημασίας κρίνεται η ευαισθητοποίηση και ενημέρωση της κοινής γνώμης, ώστε να αρθούν οι ρατσιστικές προκαταλήψεις και να γίνουν αντιληπτά από εκπαιδευτικούς, γονείς και την κοινωνία τα πολλαπλά οφέλη της συνεκπαίδευσης.
Η ελληνική πολιτεία δεσμεύεται και νομικά και ηθικά να πραγματώσει την ισότιμη συμμετοχική εκπαίδευση, ως εκ τούτου οφείλει να ανάλάβει όλες εκείνες τις ενέργειες που κρίνονται απαραίτητες, ώστε η ενταξιακή εκπαίδευση να μετουσιωθεί από όραμα και πρόκληση σε πραγματικότητα.

*Γράφει η Φωτεινή Γεωργιάδου, Ειδική Παιδαγωγός